Gothenburg and afterwards: police repression, EU-democracy and the anticapitalist resistance

Η ακόλουθη τοποθέτηση περιέχει μια σύντομη παρουσίαση των γεγονότων του Γκέτεμποργκ και αναλύει τη σκληρότατη εμφάνιση της σουηδικής αστυνομίας ως νέα φάση της κατασταλτικής πολτικής των κυβερνήσεων σε βάρος του κινήματος ενάντια στην καπιταλιστική «παγκοσμιοποίηση». Περιέχει επίσης μια τοποθέτηση για τη «χρήση βίας» των διαδηλωτών και εξετάζει το ερώτημα με ποια στρατηγική το κίνημα μπορεί να διευρυνθεί και να έχει προοπτικές επιτυχίας.

 1)      Αυτό που έγινε στο Γκέτεμποργκ στις 15 Ιουνίου δεν ήταν μια υπερβολική αντίδραση κάποιων αγχωμένων σουηδών αστυνόμων που δεν είδαν άλλη διέξοδο ενάντια σε κάποιους «εξαγριωμένους πολιτικούς χούλιγκανς». Στο Γκέτεμποργκ εκτελέσθηκε μια οξυμένη κατασταλτική πολιτική του ευρωπαϊκού κεφαλαίου από το κράτος, τους πολιτικούς και τα ΜΜΕ.

2)      Ήδη πριν τη συνάντηση κορυφής τέθηκε εκτός ισχύος το περίφημο δικαίωμα να ταξιδεύει κανείς ελεύθερα. Πούλμαν με διαδηλωτές από τη Γερμανία και Δανία κρατήθηκαν χωρίς κανένα λόγο μέχρι 10 ώρες σε στρατιωτικά στρατόπεδα. Στις 15 Ιουνίου η αστυνομία εξοπλισμένη με ρόπαλα, ιππικό και σκύλους σταμάτησε την πορεία της διαδήλωσης και την ανάγκασε να γυρίσει στο κέντρο της πόλης. Εκεί οι διαδηλωτές έστησαν οδοφράγματα από τα έπιπλα ενός καφενείου, τα άναψαν για προστασία ενάντια στις επιθέσεις της αστυνομίας και μερικοί προσπάθησαν να αναγκάσουν τους τραμπούκους με στολή να υποχωρήσουν ρίχνοντας πέτρες. Όταν η κατάσταση είχε ηρεμήσει, η αστυνομία και μερικοί φασίστες επιτέθηκαν σε ένα πάρτυ στους δρόμους, συνάντησαν όμως σκληρή αντίσταση, έπρεπε μερικές φορές να υποχωρήσουν, να εγκαταλείψουν ακόμα και μερικά από τα αυτοκίνητά τους και έχασαν τον έλεγχο μερικών περιοχών του κέντρου της πόλης. Στη συνέχεια μερικοί καλέσμενοι του κράτους έπρεπε να μετακομίσουν σε άλλα ξενοδοχεία πλυτελείας και μερικές τράπεζες και πολυτελή αυτοκίνητα έπαθαν ζημιά. Στις συγκρούσεις του απογεύματος της 15 Ιουνίου η αστυνομία πυροβόλησε τελικά τρεις διαδηλωτές. Όπως βίντεο και και καταθέσεις μαρτύρων αποδεικνύουν, αυτό δεν έγινε καθόλου για «να σωθεί ένας θανάσιμα απειλούμενος συνάδερφος» αλλά σε σύγκρουση με νέους που πετούσαν πέτρες. Ο 19χρονος Σουηδός, που η επιβίωσή του δεν είναι βέβαιη, πυροβολήθηκε από πίσω όταν έφευγε τρέχοντας. Συνολικά περισσότεροι από 1000 διαδηλωτές συνελήφθησαν, καταγράφηκαν και φωτογραφήθηκαν. Πολλοί καταδικάσθηκαν σε λεγόμενες «γρήγορες δίκες» για «διατάραξη δημόσιας τάξης», συχνά χωρίς την υποστήριξη δικηγόρου.

3)      Τα γεγονότα του Γκέτεμποργκ προσφέρουν την ευκαιρία να διαφωτισθούν νέοι και εργάτες, που ακόμα έχουν αυταπάτες στο αστικό «κράτος δικαίου», για τη λειτουργία του. Δεν υπάρχει λόγος για έκπληξη σχετικά με την επέμβαση του σουηδικού κράτους, αφού είναι σκοπός της αστυνομίας και της δικαιοσύνης (όπως και γενικά του αστικού κράτους) να εφαρμόζουν κατασταλτικά μέτρα, όταν το επιθυμούν τα αφεντικά των μεγάλων επιχειρήσεων και των κυβερνήσεων. Αυτοί εκνευρίστηκαν που δεν μπορούν πια να συνεδριάζουν με την ησυχία τους και συνεχώς έχουν να κάνουν από το Σιάτλ μέχρι τη Νίκαια με τις ενοχλητικές διαμαρτυρίες. Αν και αυτές οι διαδηλώσεις δε διακινδυνεύουν την εξουσία των αφεντικών και των πολιτικών λακέδων τους, η άρχουσα τάξη ωστόσο θεωρεί σημαντικό να εμποδίσει από νωρίς τη διεύρυνση του κινήματος και να αποτρέψει τη συμμετοχή όσο το δυνατό περισσότερου κόσμου σε τέτοιες διαδηλώσεις, να μην επιτρέψουν μαχητικές μαζικές εκδηλώσεις αλλά μόνο μερικές μικρές και σαφώς περιορισμένες συμβολικές ενέργειες μακριά από τους τόπους των συνεδριάσεων και να περιορίσουν σαφέστατα το δικαίωμα να ταξιδεύει κανείς ελεύθερα όπως και το δικαίωμα για διαδηλώσεις.

4)      Το Γκέτεμποργκ ήταν για την εφαρμογή αυτών των σχεδίων πολύ καταλληλότερο από π.χ. η Γένοβα ή το Σάλτσμπουργκ. Μια τόσο σκληρή αστυνομική καταστολή από τις δεξιές ιταλικές ή αυστριακές κυβερνήσεις (με ακροδεξιά συμμετοχή) τυχόν θα είχε προκαλέσει και περισσότερη αντίρρηση και κριτική Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και της φιλελεύθερης αστικής δημόσιας γνώμης απ’ό,τι στη σοσιαλδημοκρατική-φιλελεύθερη Σουηδία. Εκεί το ψέμα μπόρεσε να προβληθεί με μεγαλύτερη αξιοπιστία. Με τη στρατηγική του διαλόγου έγιναν όλες οι προσπάθειες για να αποτραπούν συγκρούσεις αλλά η «προθυμία βίας» των «εγκληματικών στοιχείων» απετέλεσε δήθεν «πικρή έκπληξη». Τι «τραγωδία»!

5)      Το πολιτικό κατεστημένο της Ε.Ε. και τα ΜΜΕ του συμφώνησαν γρήγορα για το ότι πρέπει να παρθούν σκληρότατα μέτρα ενάντια στους «ντεσπεράντος» και «συμμορίες εγκληματιών» εξαιτίας των επεισοδίων: Απαγορεύσεις εισόδου ή εξόδου από το εξωτερικό, ενισχυμένη συνεργασία της αστυνομίας στην επικράτεια της Ε.Ε., ενισχυμένη παρακολούθηση της Άκρας Αριστεράς, εξοπλισμός της αστυνομίας κατάλληλος για εμφύλιο πόλεμο, απαγορεύσεις ή περιορισμοί διαδηλώσεων. Η εφαρμογή σχεδιάζεται ήδη για το Σάλτσμπουργκ και τη Γένοβα. Στόχος είναι οι «ταραξίες» – εδώ εννοείται, για να μην έχει κανείς αυταπάτες, όλη η ριζοσπαστική Αριστερά – να απομονωθούν από τους «κανονικούς», τους λεγόμενους «ειρηνικούς» διαδηλωτές που αποδέχονται γενικά τις κρατικές διατάξεις και ειδικά το αστυνομικό μονοπώλιο βίας. Δεν μπορεί να προκαλέσει έκπληξη ότι τα αστικά ΜΜΕ, ακόμα και τα φιλελεύθερα, υποστηρίζουν αυτήν την τακτική ενοχοποίησης, όπως βλέπουμε τώρα μετά το Γκέτεμποργκ. Αυτή είναι η δουλειά τους!

6)      Θεωρούμε απόλυτα αναγκαίο να υπερασπισθούμε το δικαίωμα διαδήλωσης και ελεύθερων ταξιδίων ενάντια στην κρατική καταστολή όπως και το δικαίωμα για διαδηλώσεις στους τόπους των συνεδριάσεων. Δεν αρνούμαστε κατ’ αρχήν ούτε το μπλοκαρίσμα των δρόμων ούτε επιθετικές ενέργειες. Είναι όμως αποφασιστικής σημασίας να μην πρόκειται για απομονωμένες ενέργειες μικρών ομάδων αλλά να μπορέσουν να κερδηθούν πλατύτερα στρώματα του πληθυσμού γι’ αυτόν τον αγώνα ενάντια στο κεφάλαιο και τους θεσμούς του (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, G7, E.E. κλπ). Η τακτική στις διαδηλώσεις εξαρτάται απ’ αυτό και από τους συγκεκριμένους συσχετισμούς δυνάμεων. Το αστικό κράτος, αντίθετα με την επαναστατική Αριστερά και τους αντικαπιταλιστές έχει συμφέρον να μετατοπίσει την αντιπαράθεση στο “στρατιωτικό” επίπεδο και έτσι μακριά από το πολιτικό. Δε νομίζουμε ότι καταστροφές μπορούν να προωθήσουν τον αγώνα (αν και φυσικά δεν είμαστε κατά της συντριβής τραπεζών και αυτοκινήτων πολυτελείας) και τις απορρίπτουμε ως άσκοπο ρίσκο και ως μη οικοδομικές για την ενσωμάτωση μεγαλύτερων στρωμάτων της εργατικής τάξης. Προτεραιότητα έχει για μας όμως η αλληλεγγύη με αυτούς που αμύνθηκαν στο Γκέτεμποργκ ενάντια στην αστυνομική καταστολή, υπερασπίσθηκαν το δικαίωμα για διαδήλωση και έδωσαν τη μάχη εκεί με τα κατασταλτικά όργανα. Η μίζερη συνθηκολόγηση του σουηδικού “Κόμματος της Αριστεράς” (του πρώην ΚΚ) και διάφορους κριτικούς της παγκοσμιοποίησης, που είναι προσανατολισμένοι στην πολιτική κοινωνία (civil society), απέναντι στην προπαγάνδα μίσους των αστικών ΜΜΕ, ωφελεί μόνο τους καπιταλιστές και την αστυνομία τους. Ένας “αντικαπιταλισμός”, που θέλει να αποφύγει τη σύγκρουση με την κρατική εξουσία, στην καλύτερη περίπτωση είναι γελοίος.

7)      Στο Γκέτεμποργκ φάνηκαν και πάλι με όλη τη σαφήνεια τα όρια της “δημιουργικής”, γεμάτης “χιούμορ” και “ειρηνικής” διαμαρτυρίας. Όταν το κράτος θέλει, γρήγορα βάζει τέρμα σε αυτό το παιχνίδι και διαλύει το ακόμα και πιο “μη βίαιο” και πιο δημιουργικό πανηγύρι με αστυνομικό ιππικό. Ενάντια σε αυτό δε βοηθάει μελλοντικά ούτε καλύτερος εξοπλισμός ούτε μια μαχητική προετοιμασία των διαδηλωτών επειδή ο κρατικός κατασταλτικός μηχανισμός πάντα θα είναι πιο ισχυρός από μερικές εκατοντάδες ή χιλιάδες διαδηλωτές. Είναι ορατός ο κίνδυνος ότι η αστική τάξη θα καταφέρει να ενοχοποιήσει και να καταπιέσει το πιο ριζοσπαστικό μέρος του κινήματος και να δαμάσει το “καλό” μέρος με “διαλόγους“ χωρίς αποτελέσματα και με κρατικά επιτρεπτά “δημιουργικά” πανηγύρια. Αυτό μπορεί να αποφευχθεί μόνο αν το κίνημα, που μέχρι τώρα αποτελείται κυρίως από νέους των μεσαίων στρωμάτων, να διευρυνθεί και η ριζοσπαστική Αριστερά να ριζώσει στην τάξη των εγαζομένων. Μόνο οι ταξικοί αγώνες έχουν το δυναμικό να αμφισβητούν πραγματικά την κυριαρχία των μεγάλων επιχειρήσεων. Με μια ισχυρή επαναστατική οργάνωση, και όταν εκφρασθούν τα μαζικά κινήματα της εργατικής τάξης, υπάρχουν τότε και καλύτερες ευκαιρίες στην αντιπαράθεση με το αστικό κράτος. Το πώς μπορούν να γίνουν βήματα προς αυτό το ρίζωμα, αυτό εξαρτάται από μια σειρά παραγόντων στις διάφορες χώρες (παράδοση της ταξικής πάλης, δύναμη των επαναστατικών οργανώσεων κλπ), δεν αλλάζει όμως τίποτα σε αυτήν τη βασική προοπτική.

 

Ομάδα Εργασίας Μαρξισμός (Ο.Ε.Μ.), Βιέννη 20 Ιουνίου 2001

Metafrash: Andreas Kloke (OKDE, Aqhna)